ΑΝΟΡΓΑΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

2013-04-10 13:36

 

 

 

H παρατεινόμενη διατροφική έλλειψη σε οποιαδήποτε απαραίτητο ιχνοστοιχείο στον ενήλικο οργανισμό οδηγεί σε νοσηρότητα και δυνητικά στον θάνατο. Η ανεπάρκεια κατά την διάρκεια της προγενέθλιας και της πρώιμης μεταγεννητικής ανάπτυξης μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές διαταραχές στην ανάπτυξη, όπως προγενέθλιο και πρόωρο μεταγεννητικό θάνατο, συγγενείς ανωμαλίες, χαμηλό βάρος γέννησης και λειτουργικές διαταραχές του νευρικού, αναπνευστικού και ανοσοποιητικού συστήματος.

ΧΑΛΚΟΣ: Έλλειψη χαλκού σε πειραματόζωα έχει σαν αποτέλεσμα αναιμία, υποπλασία του θυμού και σπληνομεγαλία. Επίσης παρατηρήθηκαν χαμηλότεροι δείκτες διέγερσης των λεμφοκυττάρων με την φυτοαιματογλουτινίνη και την κονκαβαλίνη Α, καθώς και χαμηλότερη συγκέντρωση ανοσοσφαιρίνης (IgM).  H έλλειψη χαλκού φάνηκε να καταστέλλει την ωρίμανση και λειτουργία των Τ α-βοηθητικών κυττάρων στο σπλήνα και τη βακτηριοκτόνο δράση των προμοκυττάρων και μακροφάγων.

ΙΩΔΙΟ: Οι διαταραχές της έλλειψης Ιωδίου (βρογχοκήλη, πνευματικά καθυστέρηση, υποθυρεοειδισμός, κρετινισμός, και άλλες διαταραχές της ανάπτυξης και της αύξησης) είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της δημόσιας υγείας στον κόσμο, με περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο άτομα να ζουν σε περιοχές  όπου το έδαφος και το φαγητό είναι ανεπαρκή σε Ιώδιο. 

ΣΙΔΗΡΟΣ: Η ανεπάρκεια του σιδήρου είναι ευρέως  γνωστή ανεπάρκεια μετάλλου στον κόσμο. Συχνότερα εμφανίζεται σε μικρά παιδιά και τις  έγκυες γυναίκες, ομάδες που χαρακτηρίζονται από υψηλό κίνδυνο σε μολύνσεις και νοσηρότητα. Οι αναγνωρισμένες συνέπειες της ανεπάρκειας σιδήρου περιλαμβάνουν την αναιμία, την εξασθενημένη απόδοση στην εργασία, την ανεπαρκή ανάπτυξη των παιδιών, και όταν είναι σοβαρές την θνησιμότητα. Ο De Silva και οι συνεργάτες του βρήκαν ότι η συμπληρωματική χορήγηση σιδήρου μείωσε την νοσηρότητα από την μόλυνση του ανώτερου αναπνευστικού στα παιδιά στη Σρι Λάνκα. Τα αποτελέσματα της ανεπάρκειας σιδήρου στο ανοσοποιητικό σύστημα απεικονίζουν του πολλαπλούς ρόλους του σιδήρου στη μιτοχονδριακή παραγωγή ενέργειας, την αναπνευστική έκρηξη και τη λειτουργία του ως συστατικό των πολυάριθμων ενζύμων συμπεριλαμβανομένων της ΝΟ συνθάσης, κυκλοξυγενάσης, λιποξυγενάσης και καταλάσης.

ΜΑΓΝΗΣΙΟ: Άφθονο ενδοκυττάριο δισθενές κατιόν, εμπλέκεται σε πολυάριθμες μεταβολικές διαδικασίες συμπεριλαμβανομένου του ανοσοποιητικού συστήματος. Στα πειραματόζωα , η χρόνια ανεπάρκεια μαγνησίου συνδέεται με ατροφία του θύμου αδένα, τη μειωμένη κυτταρικά και χημικά ανοσιακή απάντηση, καθώς επίσης και την επαγωγή του κακοήθους λεμφώματος των Τ- κυττάρων. Αρουραίοι και ινδικά χοιρίδια που τρέφονται με δίαιτες ανεπαρκείς σε μαγνήσιο φαίνετε να βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο αναφυλακτικού σοκ, ίσως λόγω των αυξημένων επιπέδων ισταμίνης. Χαμηλή πρόσληψη και συγκέντρωση μαγνησίου μπορεί να εμπλέκεται εμφάνιση άσθματος και χρόνιας αποφρακτικής νόσου των αεραγωγών. Τα ευεργετικά αποτελέσματα της συμπληρωματικής χορήγησης μαγνησίου ή η εισπνεόμενη ή ενδοφλέβια χορήγησης  μαγνησίου στην βελτίωση των συμπτωμάτων άσθματος έχουν σημειωθεί σε μερικές αλλά όχι σε όλες τις μελέτες.

ΜΑΓΓΑΝΙΟ: Στα πειραματόζωα, η ανεπάρκεια μαγγανίου που εμφανίζεται κατά την ανάπτυξη συνδέεται με εμφάνιση συγγενούς αταξίας (δευτερογενώς της ανώμαλης ανάπτυξης των ωτόλιθων),  υψηλής συχνότητας νεογνικής θνησιμότητας, μειωμένης ανάπτυξης μετά την γέννηση, σκελετικών ανωμαλιών, διαταραγμένου μεταβολισμού των υδατανθράκων, των λιπιδίων και των πρωτεϊνών, διαταραγμένης παραγωγής ινσουλίνης, παγκρεατικής ανεπάρκειας, αυξημένων επιπέδων οξειδωτικής καταστροφής των ιστών, και αυξημένου κινδύνου επιληψίας. Σε μεγάλο βαθμό, αυτές οι διαταραχές μπορούν να συνδεθούν με τον ρόλο που παίζει το μαγγάνιο ως συστατικό διάφορων ενζύμων συμπεριλαμβανομένων γλυκοζυλοτρανσφεράσης, της αργινάσης, της πυροσταφιλικής καρβοξυλάσης, της φωσφοενολοπυροσταφιλικής  καρβοξυκινάσης, της διμουτάσης των υπεροξειδίων μαγγανίου(MnSOD), της συνθετάσης της γλουταμίνης. Η ανεπάρκεια μαγγανίου είναι σπάνια στους ανθρώπους, αν και το χαμηλό μαγγάνιο αίματος έχει αναφερθεί ότι συνδέεται με διάφορες παθήσεις συμπεριλαμβανομένης της οστεοπόρωσης και της επιληψίας. Σε υγιείς ανήλικες άντρες που τους χορηγήθηκε δίαιτα χαμηλή σε μαγγάνιο για 39 ημέρες βρέθηκαν χαμηλές συγκεντρώσεις μαγγανίου αίματος και υψηλή συχνότητα προσωρινής δερματίτιδας, κρυσταλλικού λειχήνα, ο οποίος εξαφανίστηκε μετά την διόρθωση της ανεπάρκειας.

ΣΕΛΗΝΙΟ:   Η διαιτητική πρόσληψη σεληνίου είναι πολύ χαμηλή σε ορισμένους πληθυσμούς. Σε περιοχές της Κίνας, η ανεπάρκεια σεληνίου συμβάλλει σημαντικά στην εμφάνιση της νόσου Keshan, ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από την μυοκαρδιακή νέκρωση.  Ο Beck και οι συνεργάτες του θεωρούν ότι η ανεπάρκεια οδηγεί σε μια κατάσταση προοξειδωτικού στρες που μετασχηματίζει ένα καλοήθες στέλεχος του ιού coxsackie σε λοιμογόνο. Αυτό σημαίνει ότι ο κίνδυνος σε ένα άτομο να μολυνθεί από ιούς επηρεάζεται από το συνολικό σελήνιο και την αντιοξειδωτική κατάσταση. Σύμφωνα με αυτό, η οριακή ανεπάρκεια σεληνίου συνδέεται με αυξημένη διεισδυτικότητα του ιού της γρίπης. Συμπληρώματα σεληνίου συνδέθηκαν με βελτιωμένη λειτουργικότητα του ανοσοποιητικού συστήματος, μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του ορθού, του κόλου, του προστάτη και των πνευμόνων.

ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ: Εμπλέκεται σε ποικίλες κυτταρικές λειτουργίες συμπεριλαμβανομένης της σταθεροποίησης των μεμβρανών, της άμυνας ενάντια στις ελεύθερες ρίζες, της μεταγωγής σημάτων, της μεταγραφής και της απόκρισης κυττάρων. Είναι απαραίτητος για τη δραστηριότητα πάνω από 300 ενζύμων και εμπλέκεται στην ρύθμιση πολυάριθμων γονιδίων. Η εντεροπαθητική δερματίτιδα, μια γενετική διαταραχή δυσαπορρόφησης ψευδαργύρου, χαρακτηρίζεται από ατροφία θύμου, μειωμένο αριθμό λεμφοκυττάρων και υψηλή συχνότητα μολύνσεων.

Ο επιπολασμός των ανεπαρκειών σε μέταλλα και ιχνοστοιχεία στις  περισσότερες αναπτυγμένες χώρες είναι απίθανα χαμηλός, αλλά το αντίθετο ισχύει για τις αναπτυσσόμενες χώρες.  Η πρόκληση είναι να βρεθούν αποτελεσματικά και ρεαλιστικά μέσα για την βελτίωση της ποιότητας ζωής. 

 

 

ΑΝΟΡΓΑΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

ΠΗΓΕΣ

ΧΑΛΚΟΣ

ΚΡΕΑΣ, ΣΥΚΩΤΙ, ΔΗΜΗΤΡΙΚΑ, ΞΗΡΟΙ ΚΑΡΠΟΙ, ΟΣΠΡΙΑ

ΙΩΔΙΟ

ΨΑΡΙΑ,ΜΥΔΙΑ, ΚΑΒΟΥΡΙΑ, ΑΧΙΝΟΙ

ΣΙΔΗΡΟΣ

ΚΡΕΑΣ, ΣΥΚΩΤΙ, ΣΠΛΗΝΑ, ΑΥΓΟ, ΦΑΚΕΣ, ΦΑΣΟΛΙΑ, ΠΡΑΣΙΑ ΦΥΛΛΩΔΗ ΛΑΧΑΝΙΚΑ

ΜΑΓΝΗΣΙΟ

ΑΛΕΥΡΙ ΣΙΚΑΛΕΩΣ, ΞΗΡΟΙ ΚΑΡΠΟΙ, ΦΑΣΟΛΙΑ, ΘΑΛΑΣΣΙΝΑ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΑ, ΠΡΑΣΙΝΑ ΛΑΧΑΝΙΚΑ

ΜΑΓΓΑΝΙΟ

ΡΥΖΙ, ΣΙΤΑΡΙ, ΜΑΡΟΥΛΙ, ΦΑΣΟΛΙΑ, ΦΙΣΤΙΚΙΑ, ΠΑΤΑΤΕΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΑ

ΣΕΛΗΝΙΟ

ΘΑΛΑΣΣΙΝΑ, ΚΡΕΑΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΑ

ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ

ΣΥΚΩΤΙ, ΚΡΕΑΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΑ, ΞΗΡΟΙ ΚΑΡΠΟΙ

ΠΙΝΑΚΑΣ  1: ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΗΓΩΝ ΑΝΟΡΓΑΝΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

 

 Γράφει η Ειρήνη Ιωαννίδου Διαιτολόγος-Διατροφολόγος (  ioannidou_diet@hotmail.gr

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Food and Nutrition Board, Institute of Medicine,(2001) Dietary Reference Intakes for vitamin A, vitamin K, arsenic, boron, chromium, copper, iodine, iron, manganese, molybdenum, nickel, silicon, vanadium and zinc, National Academy, Washington, DC
  2. Stoltzfus, R.J ,Iron-deficiency anemia: reexamining the nature and magnitude og the public health problem, Summary:implications for research and programs, J. Nutr  131, 697S-700S;discussion 700S-701S
  3. Bessmertny O., DiGregorio R.V, Cohen H. et al, (2002) A randomized clinical trial of nebulized magnesium sulfate in addition to albuterol in the treatment of acute mild-to-moderate asthma exacerbations in adults, Ann. Emerg. Med. 39,585-591
  4. Keen C.L, Ensuma J.L and Clegg M.S, (2000) Manganese metabolism in animals and humans including the toxicity of manganese, Met. Ions. Biol. Syst. 37, 89-121
  5. Beck M.A, Levander O.A and  Handy J., (2003) Selenium deficiency and viral infection, J. Nutr. 133, 1463S-1467S
  6. Jackson M.J, Broome C.S and McArdle F.,(2003) Marginal dietary selenium intakes in the UK: are the fuctional consequences?, J. Nutr  133, 1557S-1559S
  7. Duffield-Lillico A.J, Dalkin B.L, Reid M.E et al., (2003), Selenium supplementation, baseline plasma selenium status and incidence of prostate cancer: an analysis of the complete treatment period of the Nutritional Prevention of Cancer Trial, Br. J. Urol. Int. 91, 608-612
  8. Reid M.E, Duffield-Lillico A.J, Garland L., Turnbull B.W et al., (2002) Selenium supplementation and lung cancer incidence: an update of the nutritional prevention of cancer trial, Cancer. Epidemiol. Biomarkers Prev. 11, 1285-1291
  9. Osendarp S.J, West C.E and Black R.E, (2003) The need for maternal zinc supplementation in developing countries: an unresolved issue, J. Nutr. 133, 817S-827S
  10. Cuevas L.E, Almeida L.M, Mazunder P. et al., (2002) Effect of zinc on the tuberculin response of the children exposed to adults with smear-positive tuberculosis, Ann. Trop. Paediair 22, 313-319
  11. Shankar A.H, Genton B., Baisor M. et al., (2000) The influence of zinc supplementation on morbidity due to Plasmodium falciparum: a randomized trial in preschool children in Papua New Guinea, Am. J. Trop. Med. Hyg. 62, 663-669
  12. Μαρία Χασαπίδου, Άννα Φαχαντίδου,  Διατροφή για Υγεία, Άσκηση & Αθλητισμό, σελ:132-135